Η Μαρία Κάλλας γεννιέται στην Νέα Υόρκη στις 2 Δεκεμβρίου 1923, Ελλήνων γονέων. Το επώνυμο Κάλλας ήταν από τον πατέρα της, που θα αλλάξει το επώνυμο Καλογερόπουλος σε Καλός και μετά σε Κάλλας. Το 1928 η Μαρία ξέφυγε από τον έλεγχο της μητέρας της, γιατί θα προσπαθήσει να φτάσει την αδερφή της περνώντας το δρόμο, μα ένα αυτοκίνητο την χτύπησε εντελώς και την παρέσυρε με τις ρόδες του για πολλά μέτρα πριν σταματήσει. Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο και βγήκε από το κόμμα μετά από 22 ημέρες, και σε αυτό το πράγμα η Μαρία θα δώσει πολύ σημασία γιατί κατά την διάρκεια της αναισθησίας θα ακούσει περίεργες μουσικές που τριγυρίζουν στα αυτιά της. Επίσης η μητέρα της υποστήριζε ότι μετά το ατύχημα η Μαρία θα εξελίξει μια προσωπικότητα εντελώς διαφορετική και είπε ότι η κακιά προσωπικότητα, που θα την καταδιώκει σε όλο τον κόσμο, οφειλόταν σε αυτό το ατύχημα.
Η Κάλλας πέτυχε μια λαμπερή σχολαστική καριέρα και το 1931 θα αρχίσει να πέρνει μαθήματα του πιάνου και του τραγουδιού, τόσο με την ιταλική μέθοδο όσο και με την γαλλική μέθοδο, που αποτελούνταν από το να περνάει την φωνή από την μύτη εξαναγκάζοντας την μύτη, όχι με φυσικό τρόπο, και αυτό θα την φέρει να είναι μέτζοσοπράνο και σοπράνο με χρώμα. Το 1937 θα γυρίσει στην Ελλάδα με την μητέρα της και την αδερφή της και εκεί έμεινε εώς το 1945. Μετά μεταφέρθηκε στην Αθήνα, έγινε δεκτή στο ωδείο Αθηνών που θα αποφοιτήσει στο τραγούδι, στο πιάνο και στις γλώσσες διαβάζοντας με την ιταλική σοπράνο, Μαρία Τριβέλλα, που ίσως ήταν η πρώτη που ανακάλυψε τις υψηλές νότες της Κάλλας μα ακόμη χωρίς τις τυπικές νότες της φωνής της. Άρχισε να τραγουδάει μερικές όπερες ,και το 1939 στην ηλικία των δεκαπέντε χρονών νίκησε το βραβείο ωδείου και εκεί γεννήθηκε η επωνομασία “θεά”.
Η Μαρία απόφοιτη στα ιταλικά, ισπανικά και γαλλικά δεν μιλούσε τα γερμανικά, μα κατά την διάρκεια της γερμανικής κατοχής στην Αθήνα, διάβασε τα γερμανικά με τους έλληνες δασκάλους αποφεύγοντας την επαφή με τους γερμανούς. Κατά τα χρόνια του πολέμου, διατήρησε τον εαυτό της και την οικογένειά της κάνοντας διαφορετικές δουλειές και συνήθιζε να τραγουδάει επίσης στους οικομενικούς χώρους κάνοντας ταυτόχρονα βαριά δουλειά και δουλεύοντας σαν διερμηνέας στην αγγλική πρεσβεία. Το 1945 έκανε πολλές ενδιαφέρουσες συναυλίες στην θεσσαλονίκη, που πέρα από τις παραδοσιακές μουσικές και λαϊκά ελληνικά τραγούδια, θα τραγουδήσει επίσης μερικά αποσπάσματα που θα γίνουν μέρος του τυπικού, δραματικού και χρωματικού ρεπερτορίου της. Στα τέλη από το 1945 θα γυρίσει στην Νέα Υόρκη και εκεί έμεινε περίπου 2 χρόνια και άλλαξε το επώνυμο της σε Κάλλας.
Αυτή την περίοδο έκανε μια ακρόαση μα δεν πήγε καλά, πέρα από το να αρνείται μια πρόταση να τραγουδήσει μια όπερα, γιατί έπρεπε να τη τραγουδήσει στα αγγλικά, πάντως θα συνεχίσει να μελετάει το τραγούδι τελειοποιώντας την τεχνική, επιπλέον θα κάνει και την νταντά. Το 1947 θα φτάσει στην Ιταλία και θα τραγουδήσει την Τζοκόντα στην Αρένα της Βερόνα με τον σωστό ρόλο για την φωνή της και στο παρουσιαστικό της, και στην Βερόνα γνώρισε τον Μενεγκίνι, που θα είναι ο μελλοντικός σύζυγος της, μεγάλος, παθιασμένος της όπερας και ιδιοκτήτης μιας μεγάλης εταιρείας κατασκευαστικών υλικών. Μετά τελειοποίησε την ιταλική προφορά της στο τραγούδι, και θα την αρραβωνιαστεί επίσημα με τον Μενεγκίνι που πάντα την στήριζε και την ενθάρρυνε.
Το 1948 θα ξεκινήσει στις θέρμες του Καρακάλλα στην Ρώμη με την όπερα του Τurandot, μα η στροφή της καριέρας της έγινε τυχαία από το 1949 όταν την τελευταία στιγμή αντικατέστησε ένα διάσημο σοπράνο και ήταν μια εξέχουσα επιτυχίας. Ο Μενεγκίνι μετά τον γάμο άφησε την εταιρεία του κάνοντας από εκείνη την στιγμή τον ιμπρεσάριο της γυναίκας του. Το 1951 έκανε το ντεμπούτο στην Ρώμη, στο Μιλάνο και στις ΗΠΑ και άρχισε το στάδιο πιο σημαντικό της καριέρας της γιατί άρχισε την συνεργασία σε ένα μεγάλο ιταλικό δισκογραφικό οίκο.
Μεταξύ του 1952-1954 η τραγουδίστρια έχασε 36 κιλά βάρους , γιατί έκανε μια δίαιτα με βάση το κρέας και τα χορταρικά που άλλαξε τον μεταβολισμό της, και η πολύ κίνηση και δουλειά έκαναν το υπόλοιπο, αν και δεν ήταν παχύσαρκη, μα απλά ήταν υπέρβαρη για ένα ύψος 1,72 εκατοστά και όλο αυτό της επετρέψε να ειναι πιο κομψή πάνω στο παλκοσένικο, μα να έχει λιγότερο δύναμη και λιγότερο χρώμα στην φωνή της.
Ένας μεγάλος κριτικός υποστήριζε ότι η διαφορά με άλλες καλές τραγουδίστριες που τραγουδούσαν και ερμήνευαν , ήταν στην Κάλλας το τραγούδι και η ερμηνεία ήταν όλο ένα πράγμα, δύσκολο να περιγραφεί, επιπλέον αυτή τελειοποίησε τον τρόπο που τραγουδάει. Από το 1957 οι συνθήκες της φωνής άρχισαν να δείχνουν λίγα σημάδια φθοράς, επιπλέον στην Βενετία γνώρισε τον Αριστοτέλη Ωνάση.
Το 1958 άρχισε η εποχή παρακμής για την Μαρία και θα απλώσει την κοσμική δραστηριότητα της, με τον Αριστοτέλη γιατί αυτή ήταν ερωτευμένη μαζί του, και ήθελε να αφήσει για πάντα τον Μενεγκίνι, επιπλέον είχε την επιθυμία να τελειώσει την καριέρα της. Στις 2 Ιανουαρίου του 1959 στην Ρώμη, στην πρώτη πράξη του Νόρμα, η Κάλλας κατά την διάρκεια των προβών είχε νέες επιθέσεις αφωνίας, και γι’αυτόν τον λόγο δεν προχώρησε την ερμηνεία. Το 1960 απο την σχέση της με τον Ωνάση γέννησε ένα παιδί με το όνομα Όμηρος, νεκρός μερικές στιγμές μετά την γέννηση λόγω ανεπάρκειας αναπνοής, και θαμμένος στο κοιμητήριο του Μπρουτσάνου στην επαρχία του Μιλάνο. Η Κάλλας στην συνέχεια από αυτό το επεισόδιο έπεσε στην κατάθλιψη και δεν τραγούδησε για περισσότερο από 4 χρόνια. Σε αυτή την περίοδο πήρε ναρκωτικά και φάρμακα λόγω της χρόνιας αϋπνίας και μια κληρονομική αρρώστια νευρομυϊκού τύπου, αλλά δεν υπήρχε μια οριστική φροντίδα, της οποίας τα συμπτώματα άρχισαν στην δεκαετία 50 μα οι γιατροί της εποχής υποτίμησαν το πρόβλημα.
Το 1966 αρνήθηκε την Αμερικανική και Ιταλική υπηκοότητα για να γυρίσει στην ελληνική υπηκοότητα, επιπλέον ο Ωνάσης το 1968 παντρεύτηκε την J.Kennedy. Το 1969 η Κάλλας διάλεξε να γυρίσει στην δημόσια δραστηριότητα μα όχι στην όπερα, αλλά στον κινηματογράφο σαν πρωταγωνίστρια στην Μήδεια του Παζολίνι. Η Linda Spencer στο βιβλίο από την βιογραφία, η κρυμμένη ζωή της Μαρίας Κάλλας, μπόρεσε να έχει πρόσβαση στα χαρτιά που κανένα άτομο δεν είχε, και έφτασε στην κατάληξη ότι η Κάλλας δεν γνώρισε ποτέ την αληθινή αγάπη και ότι η ζωή της ήταν ακόμα πιο τραγική από αυτή που γνωρίζουμε, λόγω των κλοπών που υπέστη από τον σύζυγο της Μενεγκίνι και την υπεροψία και αυθάδεια από τον Ωνάση.
Η Κάλλας πέθανε το 1977 και ήταν 53 χρονών, λόγω μιας καρδιακής προσβολής. Η ζωή της Κάλλας ήταν μια ζωή οδυνηρή.